The symptom 07/ Identifying loss

“Ταυτοποιώντας την απώλεια” 

The symptom projects group exhibition, The symptom 07/ Identifying loss, curated by Niki Papaspirou and Kostas Christopoulos,  took place the Old Hospital of Amfissa, 8 – 23.10.2016

Curated | Niki Papaspirou, Kostas Christopoulos

In the identity formation process the concept of loss is a determining factor. Drawing on art’s multiformity and diversity, the exhibition aims to investigate the reshaping of identity as well as the manifestations of its loss.

Identifying Loss is an incomplete record of a series of efforts towards the safeguarding from oblivion of clues and traces, places and faces; an unfinished series of affirmations in the selectivity of memory; a not-yet-complete juxtaposition of contemporary art works, which resist wear and confront instability by drawing attention to it, works of art that discern the formation of identity through loss itself.

Participating artists | Ianthi Aggelioglou, Chrysa Valsamaki, Christos Venetis, Lydia Dambassina, Anastasia Douka, Dimitris Efeoglou, Theodoros Zafeiropoulos, Yiannis Theodoropoulos, Alexandros Kaklamanos, Sophia Kanaki, Dimitris Katsoudas, Maria Loizidou, Despina Meimaroglou, Yiannis Michailidis, Vicky Betsou, Photini Papahatzi, Fotis Raftopoulos, Kyrillos Sarris, Sophia Simaki, Eva Stefani, Nikos Tranos, Panos Charalambous, George Harvalias, George Hadjimichalis, Zoe Chounta

For the seventh consecutive year, The Symptom Projects presents its exhibition programme of 2016 to take place in Amfissa and Delphi. “Identifying Loss” curated by Niki Papaspirou and Kostas Christopoulos opens on Saturday the 8thof October. Lizzie Calligas’s photography exhibition “Creasing a Breath” curated by Apostolis Artinos opens on Friday the 7th of October.

—————————————————————————————————————————————————–

Επιμέλεια | Νίκη Παπασπύρου – Κώστας Χριστόπουλος

H έννοια της απώλειας αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στη διαδικασία συγκρότησής της ταυτότητας. Ο στόχος της έκθεσης είναι μέσα από την πολυμορφία και ποικιλομορφία της τέχνης να διερευνηθούν οι μετασχηματισμοί της ταυτότητας, αλλά και οι εκφράσεις της απώλειάς της.

Η έκθεση Ταυτοποιώντας την απώλεια είναι ένας ανολοκλήρωτος κατάλογος μιας σειράς προσπαθειών διαφύλαξης σημείων και ιχνών, τόπων και προσώπων από τη λήθη· μια ατελής σειρά καταφάσεων στην επιλεκτικότητα της μνήμης· μια μη πλήρης παράθεση έργων σύγχρονης τέχνης που αντιστέκονται στη φθορά και αντιμετωπίζουν την αστάθεια επισημαίνοντάς την· έργων τέχνης, τέλος, που διαβλέπουν τη συγκρότηση της ταυτότητας μέσα από την ίδια την απώλεια.

Συμμετέχοντες καλλιτέχνες | Ιάνθη Αγγελίογλου, Χρύσα Βαλσαμάκη, Χρήστος Βενέτης, Λυδία Δαμπασίνα, Αναστασία Δούκα, Δημήτρης Εφέογλου, Θεόδωρος Ζαφειρόπουλος, Γιάννης Θεοδωρόπουλος, Αλέξανδρος Κακλαμάνος, Σοφία Κανάκη, Δημήτρης Κατσούδας, Μαρία Λοϊζίδου, Δέσποινα Μεϊμάρογλου, Γιάννης Μιχαηλίδης, Βίκυ Μπέτσου, Φωτεινή Παπαχατζή, Φώτης Ραφτόπουλος, Κύριλλος Σαρρής, Σοφία Σιμάκη, Εύα Στεφανή, Νίκος Τρανός, Πάνος Χαραλάμπους, Γιώργος Χαρβαλιάς, Γιώργος Χατζημιχάλης, Ζωή Χούντα

Το The Symptom Projects είναι μια πλατφόρμα που στοχεύει στη διερεύνηση του «συμπτώματος» στην τέχνη. Το «σύμπτωμα», αυτή η σκοτεινή εμπειρία της λακανικής ψυχανάλυσης, το γλωσσικό συμβάν που διαθέτει το αδιάθετο ίχνος του πραγματικού, το αφανέρωτο ίχνος του πράγματος.


Ταυτοποιώντας την απώλεια
Πρέπει να ήμουν στην κορφή ή στην πλαγιά κάποιου υψώματος, και μάλιστα όχι μικρού, αλλιώς πώς θα μπορούσα να έχω δει, τόσο μακριά, τόσο κοντά, τόσο κάτω χαμηλά, τόσα πολλά πράγματα, κινητά και ακίνητα; Αλλά τι γυρεύει ένα ύψωμα σε τούτο το πλάτωμα; Κι εγώ, τι γυρεύω εγώ εκεί πέρα; Αυτό πρέπει να προσπαθήσουμε να το μάθουμε i.

Καθόλου μα και εξόχως παράδοξα, σε κείμενα που τα τελευταία χρόνια συνοδεύουν εκθέσεις σύγχρονης τέχνης δεν σπανίζουν οι παραθέσεις από τον Samuel Beckett. «Καθόλου παράδοξα» καθώς οι τουλάχιστον ασταθείς και πλάνητες ήρωες των έργων του όλο και περισσότερο φαίνεται πως προεικόνιζαν το μέλλον των σύγχρονων καλλιτεχνικών υποκειμένων. Ας δούμε λίγο προσεκτικότερα το εδώ εισαγωγικό απόσπασμα. Ο Μολλόυ δυσκολεύεται να εντοπίσει το σημείο στο οποίο βρίσκεται και, όταν κατορθώνει τελικά να περιγράψει κάποια από τα χαρακτηριστικά του, απορεί για την πραγματικότητα την οποία βιώνει, ενώ, πολύ περισσότερο, αδυνατεί να κατανοήσει το λόγο της παρουσίας του εκεί, στο εν λόγω σημείο.Ας ανατρέξουμε, πάντοτε αποσπασματικά, στην ιστορία της τέχνης και στις εικόνες της. Ας θυμηθούμε ξανά, επί παραδείγματι, τονWanderer του Caspar David Friedrich παροτρύνοντας τον αναγνώστη να ξαναδιαβάσει το παραπάνω απόσπασμα του Beckettδιατηρώντας στο νου του το συγκεκριμένο έργο. Ενδεχομένως -αν όχι σίγουρα-, θα διαπιστώσει μια σημαντική απόκλιση στη στάση δύο διαφορετικών υποκειμένων: ο ευθυτενής περιηγητής και γεμάτος αυτοπεποίθηση αναζητητής του υψηλού του Friedrichαντικαθίσταται εδώ από τον ανέστιο και ασκόπως περιπλανώμενο πρωταγωνιστή του Beckett· ο πρώτος αντικρίζει ένα άξιο θαυμασμού τοπίο, προϊόν μιας φύσης που τον υπερβαίνει, ενδεχομένως δημιουργημένης από κάποια ανώτερη δύναμη, την ίδια στιγμή που ο δεύτερος διακρίνει απλά κάτι «μακριά» και «κοντά», κάποια πράγματα «κινητά» και κάποια άλλα «ακίνητα».Ανάμεσα λοιπόν στα δύο αυτά υποκείμενα που ενδεικτικά αντιπαρατίθενται εδώ υπάρχει κάτι που χάθηκε· διαπιστώνεται μια κάποια φθορά, μια κάποια απώλεια. Η απόσταση του δρόμου που οδηγεί από την κορυφή του πρώτου στο «ύψωμα» του δεύτερου μετριέται με την κλίμακα εκείνη που αριθμεί τις αποκλίσεις από τη μαγεία στην πλήρη απομάγευση του κόσμου, στη στέρηση μιας απόλυτης, ολιστικής και ενοποιητικής αναφοράς, ικανής να εγγυηθεί μια κάποια συνέχεια αν όχι και κάποια «ουσία».«Καθόλου παράδοξα», λοιπόν, οι ήρωες του Beckett τοποθετούνται εγγύτερα στο σύγχρονο καλλιτεχνικό υποκείμενο που μεταπλάθει τα θραύσματα ενός ασυνεχούς και δύστροπου να αναπαρασταθεί συνολικά κόσμου. «Εξόχως παράδοξα», ωστόσο, η επίγνωση αυτή τροφοδοτεί μιαν επιθυμία ανάσυρσης στοιχείων και εικόνων του, ικανών να τον ανασημασιοδοτήσουν, εκεί που οι μπεκετικοί πρωταγωνιστές μοιάζουν ανήμποροι ή και απαθείς απέναντι σε μία τέτοια προοπτική.Χαρακτηριστική είναι εδώ μια νέα τοπιογραφία που έκανε την εμφάνισή της στην Ελλάδα από τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Η νέα αυτή τοπιογραφία αναζητά κάποιο νόημα στην εντοπιότητα, στην επιστροφή σε έναν τόπο ενδεχομένως καταγωγής ή εκείνον των χρόνων της παιδικής ηλικίας, σε έναν τόπο μιας παρελθούσας οικειότητας, σε έναν τόπο συμβολικής σημασίας ή ανάλωσης κάποιου τελετουργικού, σε έναν τόπο της σιωπής ή του θανάτου, σε έναν τόπο οριστικά απολεσθέντα. Η ανασύσταση αυτή του τόπου φέρει την συνείδηση της μερικότητας και της αποσπασματικότητας, φέρει με άλλα λόγια την διαπίστωση πως κανένας τόπος δεν μπορεί να ανασυσταθεί στην ολότητά του. Και τούτο δεν θα μπορούσε να συμβαίνει αλλιώς μιας και το μέσο που επιστρατεύεται για τούτο το σκοπό είναι συχνά αυτό της μνήμης.
***
Καθόλου μα και εξόχως παράδοξα, ένας άλλος συγγραφέας, του οποίου το έργο χαίρει μεγάλης προσοχής στα περί τη σύγχρονη τέχνη κείμενα, είναι ο W.G. Sebald. Ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του συγκαταλέγονται και δύο ζωγράφοι: ο Matthias Grünewald της γερμανικής αναγέννησης και ο φανταστικός Max Ferber τωνΞεριζωμένων. Η «ανθεκτικότητα της μνήμης», ωστόσο, τίθεται στο έργο του Sebald υπό αμφισβήτηση. Σε πολλές περιπτώσεις, ο Sebaldπροσπαθεί να αναστήσει γεγονότα που ο ίδιος ουδέποτε βίωσε μέσα από τη μνήμη, δείχνοντας την ίδια στιγμή σίγουρος πως η τέχνη δεν μπορεί να υποκαταστήσει τα κενά της. Τα βιβλία του μοιάζουν με μακροσκελή αρχεία επιμερισμένων αναμνήσεων που είναι αδύνατον να ανασυγκροτήσουν ή να αποκαταστήσουν ένα υποκείμενο, εν τέλει μια ταυτότητα.Η σύγχρονη καλλιτεχνική πρακτική είναι έμφορτη από τη χρήση και τη δημιουργία παράδοξων μικροαρχείων. Ίσως ποτέ άλλοτε η τέχνη μιας εποχής δεν έστρεψε το βλέμμα περισσότερο στο παρελθόν, προσωπικό ή συλλογικό. Ίσως ποτέ άλλοτε το παρελθόν δεν χρησίμευσε τόσο την κατανόηση του δραματικά αποσταθεροποιημένου και αποτοπικοποιημένου παρόντος. Η μνημονική αυτή στροφή συμβαίνει την ίδια στιγμή που η τοπικότητα ως άλλοτε υπόδειγμα της κοινωνικής ζωής βρίσκεται τουλάχιστον υπό αναστολή. Συμπίπτει δε με την καθιέρωση των μεταποικιακών ή των πολιτισμικών σπουδών, με την εμφάνιση των σπουδών μνήμης και κοινωνικού φύλου, με την ερευνητική επικέντρωση και τη θεωρητική επανεξέταση της συγκρότησης των ταυτοτήτων, άρα με την εποχή που έγινε σαφές πως τα νεωτερικά εργαλεία της γνώσης και του ορθού λόγου αδυνατούν να τις περιγράψουν. Είναι η εποχή, επίσης, στην οποία αποτελεί έναν πολυσύχναστο κοινό τόπο η διαπίστωση πως η εκάστοτε ταυτότητα είναι εν πολλοίς πολιτικά και κοινωνικά κατασκευασμένη ή πως ανακατασκευάζεται διαρκώς. Είναι η εποχή δημιουργίας υπερεθνικών συγκλίσεων, καθορισμού νέων ταυτίσεων ή ενός νέου αισθήματος του συνανήκειν και μιας προσπάθειας κατασκευής νέων πολιτικών ταυτοτήτων, όπως η ευρωπαϊκή. Είναι, τέλος, η εποχή της σταθεροποίησης της ιδέας πως η ταυτότητα συνεπάγεται τον ετεροκαθορισμό από έναν κάθε φοράΆλλον, πως η ταυτότητα παίρνει μορφή μέσα από συγκεκριμένες διακρίσεις και διαφορές, πως στηρίζεται στη διαφορά.Όροι, λοιπόν, όπως «ρευστότητα», «κινητικότητα, «κατακερματισμός», «πολλαπλότητα» και «ποικιλομορφία», «ανεστιότητα», «απεδαφικοποίηση», «εκτοπισμός», «ανοικείωση», «διαφοροποίηση» και «επικοινωνία», «αντίφαση» και «αντινομία», «αναστοχαστικότητα, «αποκέντρωση», «διεθνοποίηση» διανθίζουν εύλογα τις όποιες εννοιολογήσεις του σήμερα. Και μία ακόμη: η «επιτελεστικότητα».Κάθε ταυτότητα είναι ταυτόχρονα πολιτισμική και επιτελεστική. «Οι ταυτότητες- ατομικές και συλλογικές- αποτελούν συγκεκριμένες μορφές πολιτισμικών αφηγήσεων» σημείωνε εύστοχα η Nira Yuval-Davisi. Ως αφηγήσεις ενέχουν την επιλογή ανάμεσα σε στοιχεία που εξιδανικεύονται και άλλα που λησμονούνται- αν όχι απωθούνται-, όπως επίσης κινητοποιούν και κάποιες κοινωνικές και συλλογικές διεργασίες, που με τη σειρά τους συντηρούν ορισμένα συστήματα αυτοαναγνώρισης μέσα στο περιβάλλον ασφάλειας και σταθερότητας που παρέχει η κοινότητα του συναισθήματος ή του χαρακτήρα. Προϋποθέτουν δε κάποιες διυποκειμενικές ή και διασωματικές εμπειρίες, πολλές φορές κάποιες τελετουργίες, ενώ εξαρτώνται από καταστάσεις, που αυξάνουν την ένταση ανάμεσα στην αυτογνωσία και την αυτοπαρουσίαση.Τα έργα της σύγχρονης τέχνης διατηρούν κάτι από αυτήν την ένταση επαληθεύοντάς την. Καθόλου μα και εξόχως παράδοξα σε πολλές σύγχρονες εικαστικές πρακτικές θεματοποιείται ακριβώς αυτή η διαδρομή από την αυτοπαρουσίαση στην αυτογνωσία, δηλώνοντας πως η ίδια η αδιαμεσολάβητη έκθεσή του υποκειμένου είναι εκείνη που το καθορίζει ανεπίστροφα. Σε κάποιες περιπτώσεις, καλλιτέχνιδες και καλλιτέχνες ταυτοποιούνται μέσα από την αλλοίωση της εικόνας τους και των χαρακτηριστικών τους όταν σε άλλες υποδύονται κάποιαν άλλη ή κάποιον άλλον, ενδεχομένως πρόσωπα οικεία ή συγγενή, ορισμένες φορές και κάποια ή κάποιον του αντίθετου φύλου, κάποια ή κάποιον που έχει αμετάκλητα χαθεί, ταυτοποιώντας μιαν απώλεια.
***Καθόλου αλλά και εξόχως παράδοξα ένας τρίτος που χαίρει μεγάλου συγχρωτισμού στα περί τη σύγχρονη τέχνη κείμενα είναι ο JacquesDerrida. «Ωστόσο», απαντάει ο φιλόσοφος στην Anne Berger, «αν υπήρχε στην καρδιά όλων αυτών μια εμπειρία της απώλειας, τη μοναδική απώλεια για την οποία θα έμενα πάντα απαρηγόρητος και που συγκεντρώνει όλες τις άλλες, θα την ονόμαζα απώλεια της μνήμης. Η οδύνη που για μένα βρίσκεται στην απαρχή της γραφής, είναι η οδύνη της απώλειας της μνήμης, όχι μόνο της λήθης ή της αμνησίας, αλλά της εξάλειψης των ιχνών»ii. Θα χαρακτηρίσει, επιπλέον, αυτήν την απώλεια της μνήμης ως «απώλεια χωρίς επιστροφή»iii και θα δηλώσει πως η πρωταρχική του επιθυμία δεν είναι να δημιουργήσει φιλοσοφικό έργο ή έργο τέχνης, αλλά να διαφυλάξει τη μνήμηiv.Την επιθυμία του αυτή μάλλον τη μοιράζεται με τον Sebald (σίγουρα όχι με τον Beckett). Παρ’ όλα αυτά και οι δύο φαίνεται πως θρηνούν για την οριστική απώλεια της μνήμης και όλων εκείνων των συναισθημάτων, των μικροστιγμών, των «απειροελάχιστων σκέψεων», των «απειροελάχιστων κινήσεων του σώματος», των «απειροελάχιστων ιχνών επιθυμίας», των «αχτίδων του ήλιου», των «γνωριμιών με κάποιον», των «περαστικών φράσεων»v.Μήπως, όμως, αυτή η απώλεια της μνήμης είναι ενδεχομένως εθελούσια και συνειδητή; Μήπως ακόμα και η πιθανότητα κατοχής μιας συμπαγούς και αμετάβλητης ταυτότητας δεν θα αποτελούσε ένα άλγος; «Η καλοραμμένη και ανθεκτική ταυτότητα δεν αποτελεί πια προσόν» γράφει ο Zygmunt Bauman (αυτός συναντάται μάλλον σπάνια στα σχετικά κείμενα). «Όλο και πιο πολύ, όλο και πιο γρήγορα, γίνεται εμπόδιο, άχθος. Το επίκεντρο της στρατηγικής στη μετανεωτερική, μεταμοντέρνα ζωή δεν είναι η συγκρότηση μιας ταυτότητας αλλά η αποφυγή της- η αποφυγή κάθε προσήλωσης»vi. Πόσες φορές δεν μεταθέτουμε το βάρος της μνήμης σε κάτι έξω από εμάς, σε ένα μνημείο, για παράδειγμα; Αλλά πότε παύει το έργο τέχνης να είναι ένα αντικείμενο εξίσου «έξω», ένα τεχνούργημα φτιαγμένο από κάποια υλικά που με τον δικό του πάντοτε ιδιάζοντα και ιδιωματικό τρόπο διαφυλάσσει κάτι;
***Η έκθεση Ταυτοποιώντας την απώλεια είναι ένας ανολοκλήρωτος κατάλογος μιας σειράς προσπαθειών διαφύλαξης σημείων και ιχνών, τόπων και προσώπων από τη λήθη· μια ατελής σειρά καταφάσεων στην επιλεκτικότητα της μνήμης· μια μη πλήρης παράθεση έργων σύγχρονης τέχνης που αντιστέκονται στη φθορά και αντιμετωπίζουν την αστάθεια επισημαίνοντάς την· έργων τέχνης που διαβλέπουν τη συγκρότηση της ταυτότητας μέσα από την ίδια την απώλεια· έργων τέχνης που μοιάζουν ταυτόχρονα καθόλου μα και εξόχως παράδοξα.  i Nira Yuval- Davis, Κοινωνικό φύλο και έθνος, μτφρ. Σοφία Τομαρά, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2013, σ. 98ii Jacques Derrida, Συνομιλίες, μτφρ. Μαντλέν Ακτύπη- Δημήτρης Γκινοσάτης, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 1995, σσ. 27-28iii Ό.π., σ. 29iv Ό.π., σ. 28v Σε εισαγωγικά όλα όσα αναφέρει ο ίδιος ο Derrida. Ό.π.vi Zygmunt Bauman, Η μετανεωτερικότητα και τα δεινά της, μτφρ. Γιώργος- Ίκαρος Μπαμπασάκης, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα 2002, σ. 172

Φωτεινή Παπαχατζή, Home, 2015-2016, εγκατάσταση, διαστάσεις μεταβλητές
Το Home είναι ένα οπτικό ημερολόγιο, με αρχεία, φωτογραφίες, βίντεο, συνεντεύξεις, προσωπικά και άλλα αντικείμενα και σημειώσεις, το οποίο περιγράφει το ταξίδι της Φ. Π στην αναζήτηση της οικογενειακής της ιστορίας. Παρουσιάζει την προσπάθεια στην πορεία προς την ανακάλυψη του σπιτιού της γιαγιάς της στην πόλη Burdur (αρχαίο Πολυδώριο) στην νοτιοδυτική Τουρκία, δίπλα στην όχθη της ομώνυμης λίμνης. Το Home είναι ένα προσωπικό σημείο εκκίνησης για μια πραγματική και συμβολική ταυτόχρονα αναζήτηση. Η εικαστικός ιχνηλατεί τη διαδρομή της αναγκαστικής μετανάστευσης της γιαγιάς της το 1922 από το Burdur στη Σμύρνη. Είναι ένα self reflective έργο όπως το αποκαλεί η ίδια η εικαστικός, μια ενδοσκόπηση του εαυτού της και των πιστεύω της. Μέσα από τις φωτογραφίες της αναπλάθει τις οικογενειακές μνήμες δημιουργώντας την δική μνήμη. Ξαναγράφει την ιστορία μέσα από τη δική της οπτική. Το τραύμα του παρελθόντος γίνεται η αφετηρία για να μιλήσει για το παρόν καθώς η μετανάστευση συνεχίζει να αποτελεί καθημερινή βίαιη συνθήκη για πολλούς ανθρώπους. Το καίριο ερώτημα του πως θεραπεύεται η πληγή που συνεχίζει να πονά τον κόσμο δεν έχει ακόμη απαντηθεί. Οι φωτογραφίες της ξανά δομούν και ορίζουν τον χαμένο τόπο. Στην πορεία της είχεσυνοδοιπόρο τον συγγραφέα Αποστόλη Αρτινό. Η αλληλογραφία τους ιχνογραφεί αυτό το ταξίδι ψυχής. Το Home απεικονίζει το πλησίασμα των άλλων καθώς και του εαυτού σου μέσα από τη σχέση σου με τους άλλους. Η εγκατάσταση Homeπρωτοπαρουσιάστηκε στο Photometria Festival στα Ιωάννινα το 2016.

The Symptom Projects blog

NEON organisation 

Related Press: Το Symptom Projects έβαλε την Άμφισσα στον εικαστικό χάρτη της Ελλάδας

Using Format